τεταγμενως

τεταγμενως
    τεταγμένως
    надлежащим образом, правильно
    

(ἄρχεσθαι Plat.; πολιτεύεσθαι Isocr.; διαιτᾶσθαι Plut.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "τεταγμενως" в других словарях:

  • τεταγμένως — τάσσω draw up in order of battle perf part mp masc acc pl (doric) τεταγμένως in orderly manner indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τεταγμένως — Α επίρρ. βλ. τεταγμένος …   Dictionary of Greek

  • τεταγμένος — η, ο / τεταγμένος, η, ον, ΝΜΑ βλ. τάσσω. επίρρ... τεταγμένως Α 1. με τάξη, κανονικά («καλῶς καὶ τεταγμένως πολιτεύεσθαι», Ισοκρ.) 2. μαθημ. (σχετικά με κώνους) σαν την τεταγμένη 3. (με αρθρ. θηλ.) ἡ τεταγμένως μαθημ. η τεταγμένη …   Dictionary of Greek

  • ԿԱՐԳ — (ի, աց.) NBH 1 1065 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 7c, 8c, 10c, 11c, 12c, 13c, 14c գ. ԿԱՐԳ որ եւ ԴԱՍ. յորմէ յն. դա՛քսիս. τάξις, διάταξις, στίχος ordo (յորմէ թ. օրտու ) series, ordinatio, dispositio եւն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»